- φιλιατρό
- τοπηγαδόχειλο, το στόμιο πηγαδιού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
φιλιατρό — το, Ν στόμιο πηγαδιού. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με τη λ. φρέαρ, ατος «πηγάδι» και έχει σχηματιστεί μέσω ενός αμάρτυρου τ. ονομ. εν. *φρεατρόν (< φρέατρα, μτγν. τ. τού πληθ. τού φρέαρ αντί τού φρέατα) με ανομοιωτική τροπή τού ρ σε λ (πρβλ. και… … Dictionary of Greek